Περιφερόμουν στο σπίτι σαν πληγωμένο αγρίμι, χωρίς να μπορώ να αποφασίσω εάν έπρεπε να καλέσω για βοήθεια ή όχι. Το χέρι μου ήταν ένα άψυχο αντικείμενο κολλημένο στο σώμα μου. Ο πανικός δεν άργησε να με κυριεύσει, τι θα έκανα, πως θα δούλευα, πως θα ζούσα;
Τότε κατάλαβα το όνειρο. Tο μυαλό μου έφτιαξε αυτή την ιστορία συνθέτοντας όλα όσα ένιωθα. Τον Μάρσιους που κοιμόταν στα πόδια μου και φυσικά αυτό που οδήγησε στο να παραλύσει το χέρι μου. Σχεδόν ξέχασα τον πανικό μου και θαύμασα για λίγο την λογική που είχε καταφέρει να βρει το κλειδί του γρίφου του παράξενου ονείρου. Θυμήθηκα την απόκοσμη φωνή να μου λέει “πεθαίνεις” και στην θέση του σκύλου μου φανταζόμουν τον ίδιο μου τον εαυτό, να με προειδοποιεί για τον κίνδυνο στον ύπνο μου.
Οι ανάσες μου έγιναν ξαφνικά δύσκολες και ένα κάψιμο στο στήθος μου με πάγωσε.
“Η καρδιά μου” ο πόνος έτρεξε κάθε κύκλωμα στο σώμα μου εκτός από αυτό του νεκρού χεριού. Γονάτισα…δεν μπορούσα καν να φτάσω το τηλέφωνο, όχι πως θα είχε σημασία, με χώριζαν εκατοντάδες χιλιόμετρα από τους ανθρώπους μου. Η καρδιά μου χτυπούσε ακανόνιστα, δεν την είχα ξανανιώσει έτσι, την άκουγα να αγωνίζεται να αποφύγει αυτό που ερχόταν, “θεέ μου, πέθαινα” … ακούμπησα το μοναδικό χέρι που μπορούσε να με στηρίξει στο πάτωμα και έκανα μια προσπάθεια να αναπνεύσω βαθιά …
“Ο Μάρσιους”…δεν μπορούσα να πεθάνω…όχι τώρα, όχι έτσι…“ο Μάρσιους” …
Θα έπαιρνε μέρες μέχρι να με βρουν…έσφιξα την γροθιά μου και άφησα μια λέξη να με πλημμυρίσει, “όχι”… κοίταξα το τηλέφωνο, έπρεπε να φτάσω μέχρι εκεί. Άρχισα να σέρνομαι, αλλά δεν κατάφερα πολλά η εξάντληση με έριξε ανάσκελα στο πάτωμα. Τον άκουσα να με πλησιάζει, μέχρι που είδα το πρόσωπο του πάνω από το κεφάλι μου, “ο σκύλος μου” πάντα το ήξερα ότι κάπως έτσι θα τελείωνε, εγώ στο πάτωμα, μόνος, με τον σκύλο μου. Δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε, θα νόμιζε ότι είναι ένα ακόμα από τα παιχνίδια μας, “όχι… θα μείνει μόνος του”, έβαλα όλη μου την δύναμη σε μια τελευταία ανάσα… “όχι”.
Τον άκουσα να γρυλίζει και ταυτόχρονα ένα είδος ρεύματος ακινητοποίησε όλο μου το σώμα, κάτι με κρατούσε ακίνητο, κάτι καθήλωσε κάθε χιλιοστό του σώματός μου, “αυτό ήταν τελειώνει”…έζησα το θάνατό μου για μερικά δευτερόλεπτα μέχρι που συνειδητοποίησα ότι κάτι άλλο συνέβαινε.
Δεν είχα πεθάνει, έβλεπα, δεν μπορούσα καν να κουνήσω τα μάτια μου, αλλά έβλεπα. Ένιωθα λες και 10 τόνοι είχαν ακουμπήσει στο στήθος μου ακινητοποιώντας με και παραλύοντας τα πάντα, αισθανόμουν ακόμα και το παράλυτο χέρι αλλά δεν μπορούσα να κουνήσω τίποτα.
Συγκεντρώθηκα μήπως καταλάβω τι ακριβώς είναι αυτό που μου συμβαίνει. Ήταν ξεκάθαρο “αυτό” ερχόταν έξω από μένα. Δεν ήταν παιχνίδι του μυαλού. Ο Μάρσιους συνέχισε να γρυλίζει σε κάτι, αλλά ήταν έξω από το πεδίο όσων μπορούσα να δω.
Την φωνή την ήξερα, ήταν…η φωνή μου.
“Ότι έμαθες μέχρι σήμερα ήταν λάθος”…
“…θα εκπαιδευτείς από την αρχή, μέχρι κάθε ίχνος της ψεύτικης γνώσης να χαθεί από μέσα σου. Θα μάθεις από την αρχή τι είσαι και γιατί είσαι εδώ. Θα μάθεις να δίνεις μόνο την αξία που χρειάζεται σε κάθε τι που υπάρχει γύρω σου, σε κάθε έναν που υπάρχει γύρω σου. Γι’ αυτό θα σου δοθεί ένας οδηγός, που θα σε κατευθύνει, εάν τον αγνοήσεις έστω και μια φορά αυτό θα σημαίνει το τέλος σου. Από σήμερα ξεχνάς ότι υπήρξες ή νόμιζες ότι υπήρξες, από σήμερα θα είσαι απλά κάποιος που εκπαιδεύεται”.
Χάθηκε…το πρώτο πράγμα που κίνησα ήταν το χέρι μου. Ο Μάρσιους σταμάτησε να γρυλίζει κι ακούμπησε το κεφάλι του στο στήθος μου. Έσυρα τα δάχτυλα μου μέσα στο τρίχωμα του λαιμού του και η ασφάλεια με κατέκλυσε… “Το οξυγόνο σκέφτηκα” το προκάλεσε η έλλειψη οξυγόνου, θαύμασα και πάλι την ικανότητα μου να κρατιέμαι λογικός. Φυσικά, “ίσως, λιποθύμησα για λίγο”. Θυμήθηκα την προσπάθεια μου να αναπνεύσω… “φυσικά”
Ένα σφύριγμα στα αυτιά μου με έκανε να πονέσω τόσο που η σκέψη μου σταμάτησε.
Το άκουγα μόνο εγώ, ο Μάρσιους έδειχνε αδιάφορος, προσπάθησα για ακόμα μια φορά να εξηγήσω όσα συνέβαιναν. Ο ήχος έγινε τόσο οξύς που άγγιξα τα όρια της λιποθυμίας. Αυτό μου απαγόρευε…να σκεφτώ. Δεν υπήρχε φωνή πια, αλλά το ένιωθα, αυτό μου απαγόρευε…. να σκεφτώ, με κάποιο τρόπο ήταν ξεκάθαρο. Δεν άντεξα, ένιωσα να χάνω τις αισθήσεις μου, θυμήθηκα…“θα σου δοθεί ένας οδηγός” έσφιξα τον Μάρσιους και άφησα το σκοτάδι να με παραλάβει…
συνεχίζεται…εδώ
Δείτε πως ξεκίνησε…εδώ